Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2007

Τόποι: πότε έτσι, πότε αλλιώς. Με αφορμή την ανάρτηση στην χώρα του ποτέ ποτέ

Τοπία που επηρεάζουν και άλλα που επηρεάζονται. Τόποι που σε προκαλούν να τους ανακαλύψεις και άλλοι που ικετεύουν να τους αλλάξεις. Η οδός Διονυσίου Αεροπαγίτου.
Διονυσίου Αεροπαγίτου. Ανηφορίζεις σιγά- σιγά έχοντας από την μία μεριά σαν όριο τις αρχαιολογικές ανασκαφές, και από την άλλη κάποια κτήρια. Στην αρχή της οδού κάποια σύγχρονα και όσο προχωράς τα κτήρια αλλάζουν κλίμακα. Είναι παλιά κτήρια. Ωραία κτήρια. Γλαφυρά. Σαγηνευτικά. Η όραση σου διεγείρεται και η διαδρομή σου αποκτάει μία περίεργη απόχρωση.
Έχω περπατήσει αυτόν τον δρόμο πάρα πολλές φορές. Άλλοτε σαν απόμακρος παρατηρητής, κάθομαι και περιεργάζομαι τον κόσμο που περνάει, και άλλοτε τον βιώνω σαν αναπόσπαστο κομμάτι του τοπίου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ένα βράδυ που βρέθηκα εκεί χωρίς λόγο. Έτσι απλά.

Αφού περπατήσαμε λίγο την Ανδριανού στο τουριστικό της κομμάτι κινηθήκαμε προς την Διον. Αεροπαγίτου. Στην αρχή είπαμε μήπως κάτσουμε σε ένα από τα μοναχικά παγκάκια της, με θέα τις ανασκαφές στο lower level, αλλά και την Ακρόπολη ως μακρινό background. Έπειτα όμως, συμφωνήσαμε να κάτσουμε λίγο πιο πάνω, πιο ‘in to’ στην οδό, στο ξέφωτο στην περιοχή της κάτοψης-εκεί που παίζουν τα παιδιά το απόγευμα- στο οποίο, είναι αρκετά αστεία η παρατήρηση μου, δεν φαίνεται η Ακρόπολη- απλά νιώθεις την ενέργεια της. Κάτσαμε λοιπόν εκεί και φάγαμε τα σουβλάκια μας, και κάποια στιγμή μίλησα στο τηλέφωνο, και, αμήχανα ανεβοκατέβαινα το πλακόστρωτο, ή σκαρφάλωνα στα πεζούλια της και μιλούσα ταυτόχρονα. Εκεί, άρχισα για πρώτη φορά να βιώνω τον τόπο. Δεν πήγα ως ουδέτερος παρατηρητής, όπως όλες τις άλλες φορές, αλλά ως ψιλιασμένος περιπατητής, και αφέθηκα στην αίγλη του, να με ταξιδέψει εκείνος ο τόπος όπου αυτός ήθελε, και να τον αφομοιώσω όπως σε αυτόν άρμοζε.
Αφού μιλήσαμε με την φίλη μου για διάφορα θέματα, συνοδευμένες πάντοτε από το greek souvlaki μας, κάποια στιγμή ξαπλώσαμε ανάσκελα στο πεζούλι. Σιωπήσαμε. Κοίταξα τον ουρανό. Έστριψα το βλέμμα μου αριστερά και……έκανα δικιά μου μια εικόνα. Η μάλλον μου χαρίστηκε εκείνη η εικόνα. Ποιος ξέρει.
Ένα γυμνό δέντρο με ένα κόκκινο φίλτρο, από τα δημόσια φώτα, δίπλα του ένα καταπράσινο μικρότερο, το πατημένο χώμα σαν ένα χαλί, και πίσω από αυτά, θολά, τα χαμηλά κτήρια της οδού. Πάνω η πανσέληνος. Ο τόπος με δέχθηκε. Εγώ τον καλωσόρισα μέσα μου.


Ένας τόπος δεν είναι τα νεοκλασικά του κτίρια. Ούτε η οργανωμένη διαδρομή. Ούτε ο κόσμος μέσα σε αυτόν. Ούτε η Ακρόπολη. Ούτε τα δέντρα, ούτε ο θόρυβος, ούτε τα φώτα το βράδυ. Είναι όλα αυτά μαζί. Και πάλι, όταν κλείνεις τα μάτια και τον ανακαλείς στον μυαλό σου δεν είναι τίποτα από όλα αυτά. Είναι όμως η αίσθηση της αποκάλυψης και της οικειοποίησης. Είναι η προσέγγιση ενός άγνωστου τόπου και η προσπάθεια να μου ανοιχτεί και να του ανοιχτώ. Ο τρόπος προσέγγισης. Η κατάκτηση του τόπου μέσω της βιωματικής μου εμπειρίας σε αυτόν.
Η ποιότητα αυτής της εμπειρίας.
Η εικόνα που κλείνουμε μέσα μας από έναν τόπο δεν είναι φωτογραφική. Είναι συναισθηματική. Κάποιες φορές λιγότερο. Κάποιες φορές περισσότερο. Κάποιες φορές γιατί διηγείσαι μία ιστορία σου, κάποιες φορές γιατί ο τόπος σου διηγείται την δική του ιστορία. Μνήμες που δεν είναι δικές σου, αλλά θέλεις τόσο πολύ να τις μάθεις, να τις κλέψεις, να τις κάνεις δικές σου. Και μετά, να ζήσεις την δική σου ιστορία εκεί. Να ανακατέψεις την ιστορία του τόπου μέσα από την δική σου βιωματική εμπειρία, και να φτιάξεις την δική σου ιστορία.
Πόσοι τέτοιο τόποι έχουν μείνει άραγε.




1 σχόλιο:

πετρούλα είπε...

χαίρομαι που η μέτρια ναρτησή μου ήταν αφορμή για να φτιάξεις ένα τόσο ωραίο κείμενο